Εκθεσεις

I wake from history, alive

Βαγγέλης Βλάχος. Λεπτομέρεια από το ντοσιέ του πρότζεκτ Intercontinental (1999), 2017
Ala Younis, Haifa Street, work-in-progress για το πρότζεκτ Battles in a Future Estate: Haifa Street, 2024

Εγκαίνια έκθεσης:

16 Οκτωβρίου, 19:00-22:00

Διάρκεια:

17 Οκτωβρίου 2024-18 Ιανουαρίου 2025

Καλλιτέχνες:

Βαγγέλης Βλάχος, Ala Younis

Επιμελήτρια:

Μαρία-Θάλεια Καρρά

Σχεδιασμός έκθεσης για το έργο του Βαγγέλη Βλάχου:

Εβίτα Φανού

Συντονισμός παραγωγής & project management:

Ειρήνη Φουντεδάκη

Δύο παράλληλες ατομικές εκθέσεις: Ala Younis, Battles in a Future Estate: Haifa Street & Βαγγέλης Βλάχος, An Index of Νο Events

Μια εικόνα μέσα σε μια εικόνα, ένα γεγονός μέσα σε ένα γεγονός, μια λέξη μέσα σε μια λέξη, ένα μουσείο μέσα σε ένα μουσείο: αντικείμενα και περιστατικά αλληλοεπικαλύπτονται μέσα στον χρόνο, δημιουργούν στιβάδες και αναδιπλώνονται αργά το ένα μέσα στο άλλο.

Στην ιστορική εποχή των συγκρούσεων στην οποία ζούμε, την στοιχειωμένη από γεωπολιτικά αδιέξοδα και ανεπίλυτες εντάσεις, που επαναλαμβάνονται σαν ένας αναπόδραστος φαύλος κύκλος, οι ρηξικέλευθες θεωρήσεις μοιάζουν ανέφικτες. Δύο καλλιτέχνες της ίδιας γενιάς, μας προσκαλούν να ξανασκεφτούμε τη σχέση μας με το παρελθόν. Δύο παράλληλες ατομικές εκθέσεις στον χώρο TAVROS από τους καλλιτέχνες Βαγγέλη Βλάχο και Ala Younis μας προσφέρουν νέες προοπτικές για την πρόσφατη ιστορία. Μέσα από μια δαιδαλώδη αναζήτηση για ακρίβεια, οι δύο καλλιτέχνες εξερευνούν αρχιτεκτονικές, κοινωνικές και γεωπολιτικές ιστορικές συνέπειες που καλύπτουν σαράντα χρόνια στην Ελλάδα και το Ιράκ. Κάθε καλλιτέχνης αναπτύσσει τη δική του μεθοδολογία για την εξέταση ιστορικών γεγονότων, ακολουθώντας μια κοινή στρατηγική: επικεντρώνονται σε λεπτομέρειες που συχνά αγνοούνται για να συνθέσουν μια ευρύτερη εικόνα.

Με την αφοσίωσή τους στην σχολαστική αρχειακή έρευνα -συλλέγοντας κάθε πιθανό ίχνος, από ποικίλες εκδόσεις και τον έντυπο τύπο μέχρι εικόνες αρχείου, προφορικές μαρτυρίες και δελτία ειδήσεων- αναλαμβάνουν το σισύφειο έργο της αναβίωσης της ιστορίας για να την αφυπνίσουν. «Το παρελθόν δεν είναι ποτέ νεκρό. Δεν είναι καν παρελθόν».[1] Τα λόγια του William Faulkner μοιάζουν ιδιαίτερα προφητικά σε σχέση με τις πρακτικές της Younis και του Βλάχου, οι οποίες προσπαθούν να αποσαφηνίσουν και να φωτίσουν την βαριά κληρονομιά του ανταγωνιστικού πεδίου της ιστορίας – τα ιστορικά πλαίσια των γεγονότων της, ποιοι είναι εκείνοι που τα θέτουν και για ποιον. Το έργο τους δεν αναστηλώνει ερείπια, αλλά εκθέτει μεθοδικά, βήμα προς βήμα, την περίπλοκη λειτουργία των ιστορικών δομών, τις ζωές που βιώθηκαν και αυτές που χάθηκαν, τις λεπτομέρειες που συνθέτουν έναν ιστό συσχετισμών ανάμεσα σε αλληλένδετες κοινωνικές δομές. Αυτές, με τη σειρά τους, διαμορφώνουν τις πολιτικές της ύπαρξής μας, του πού βρισκόμαστε και ποιοι είμαστε σήμερα, ως αστραφτεροί ανακλαστήρες του πολυάριθμων παρελθόντων μας.

An Index of No Events, Βαγγέλης Βλάχος

Το έργο του Βαγγέλη Βλάχου είναι μια άσκηση στη λιτότητα. Πυκνό, συγκροτημένο, ακριβές, αλλά και γεμάτο με συγκαλυμμένες αμφιβολίες που σε αγγίζουν απροειδοποίητα, δίνοντας αθόρυβα χώρο σε μια μορφή γνωσιακής αναστάτωσης. Ας ξεκινήσουμε με την ανάλυση του τίτλου της έκθεσης και της λέξης «γεγονός». Ποιος αποφασίζει τι συνιστά ένα γεγονός σε ένα ιστορικό συνεχές, πού αρχίζει ή πού τελειώνει, η «γεγονικότητα», αν θέλετε, ενός γεγονότος; Είναι ένα ουσιαστικό που φαντάζεται τον εαυτό του ως ρήμα, ή το αντίστροφο; Συμβαίνει ένα γεγονός, πέφτει από τον ουρανό σαν μετεωρίτης, ή ποιες είναι οι δυνάμεις της δυνατότητας που του επιτρέπουν να συμβεί; Μπορεί μια ζωή, οποιαδήποτε ζωή, η δική μου ή η δική σου, να είναι ένα γεγονός; Ένα ευρετήριο γεγονότων υποδηλώνει τον εντοπισμό, μια επιλογή, έναν κατάλογο, μια πιθανή ιεραρχία (τόσο αυτών που περιλαμβάνονται όσο και αυτών που αποκλείονται). Ένας δείκτης υποδεικνύει ότι αυτά είναι τα γεγονότα που αξίζει να καταγραφούν. Ο τίτλος παραπέμπει σε πιο ανοιχτές καταλήξεις, που εκτυλίσσονται σε μια μορφή εννοιολογικής εντροπίας η οποία αντισταθμίζει την αρνητική εντροπία του ίδιου του ευρετηρίου. Το Όχι του τίτλου παραπέμπει σε έναν ημερολογιακό κατάλογο με κενές εγγραφές. Εν τω μεταξύ, οι ασάφειες αιωρούνται πάνω από την ακρίβεια των λέξεων, καθώς το «an» [ένα] προσφέρει τη δυνατότητα περισσότερων του ενός ευρετηρίων. Όπως το έθεσε ο Ντεριντά, «να αποφασίσουμε αν υπάρχει ένα γεγονός, μια ιστορία, μια ιστορία ενός γεγονότος ή ένα γεγονός μιας ιστορίας.»[2] Λοιπόν, αυτό είναι ένα ερώτημα.

Τα γεγονότα, λοιπόν, στο έργο του Βλάχου λειτουργούν ως μια μορφή στίξης (ένα ερωτηματικό;) σε ένα χρονολόγιο καθημερινότητας. Στο An Index of No Events, μια σειρά από πολιτικά συμβάντα που έλαβαν χώρα στη μεταδικτατορική Ελληνική ιστορία, από το 1981 έως το 2024, συχνά με ευρύτερες περιφερειακές γεωπολιτικές συνέπειες, γίνονται σημείο εισόδου για να σκεφτούμε την πρόσφατη πολιτική ιστορία. Αποφεύγοντας τις συναισθηματικές προσεγγίσεις του παρελθόντος, ο Βλάχος επανακατευθύνει επιδέξια την προσοχή μας στις λεπτομέρειες: έναν φάκελο γεμάτο χαρτιά, ένα υπόρρητα πολιτικό περιεχόμενο, μια φαινομενικά ασήμαντη προσωπικότητα, μια υποπλοκή μιας υποπλοκής, και συχνότερα την ίδια τη γλώσσα, που χρησιμοποιείται επιδέξια ως χρήσιμη παραπλάνηση. Εστιάζοντας στη γλώσσα και οπτικοποιώντας κείμενα που λειτουργούν ως σενάρια ή μεταγραφές «γεγονότων», ο Βλάχος αφήνει το κοινό να γίνει τόσο μια κοινότητα «αναγνωστών» όσο και ενσαρκωμένοι συμμετέχοντες σε αυτό που ισοδυναμεί με μια περιδιάβαση σε ένα τρισδιάστατο έντυπο. Ενώ, φαινομενικά αθώα, αποφεύγει το δράμα ή την υπερβολή των πολιτικών αφηγήσεων και της επικαιρότητας, ο Βλάχος εισάγει μια διακριτική δραματοποίηση που δανείζεται σε μεγάλο βαθμό από τους τρόπους του κινηματογράφου – με τις σημαίνουσες παύσεις και τη χρήση του χρόνου ως φορέα προαισθημάτων. Η γλώσσα απεικονίζεται σταθερά ως ουδέτερη, μαύρη μελάνη σε χαρτί (ή σκιές μελάνης πραγματικών γεγονότων), «επίσημα» έγγραφα που υποτίθεται ότι αγνοούν τα πολλαπλά στρώματα υποκειμενικότητας που διαπερνούν τα έργα.

Παρ’ όλα αυτά, η γλώσσα, είτε σε έντυπη μορφή είτε κυλώντας ψηφιακά σε μια οθόνη, αντικαθιστά τις λαϊκές, γενεαλογικές ή ακόμη και εθνικές ιστορίες που είναι γεμάτες από εμβληματικές εικόνες και γίνεται εκείνη το θεμέλιο του ιστορικού νοήματος. Η γλώσσα επιβεβαιώνεται ως μορφή θεσμικής γραφειοκρατικής εξουσίας, ενώ ταυτόχρονα υπαινίσσεται τις εύθραυστες ρηγματώσεις ανάμεσα στις γραμμές. Μέσω της ακρίβειας και της γλαφυρής αφαίρεσης της γλώσσας, ο Βλάχος μας ζητά να δώσουμε μεγάλη προσοχή στις λεπτομέρειες που οδηγούν σε ένα ευρύτερο σύνολο. Και είναι αυτή η προσοχή που δεν αφήνει τη σκόνη να καταλαγιάσει, που δεν τοποθετεί το παρελθόν μας στο παρελθόν, ή όπως το αντιλαμβάνεται η ποιήτρια Anne Carson: «Η προσοχή είναι ένα καθήκον που μοιραζόμαστε, εσύ κι εγώ. Το να κρατάς την προσοχή σου ενεργή σημαίνει να μην την αφήνεις να ησυχάσει.»[3]

Καθώς παρακολουθούμε το χρονολόγιο των πολιτικών γεγονότων που παρουσιάζει ο Βλάχος στην έκθεση, παρατηρούμε ότι είναι άτιτλα. Αντίθετα, έχουν ως επικεφαλίδα την ημερομηνία του γεγονότος: ξεκινώντας από αριστερά με την ημέρα, την ημερομηνία και στη συνέχεια το έτος. Αυτές οι επιλογές δικαιολογούν την στρατηγική αποδραματοποίησης του Βλάχου. Η ροή του χρόνου, που σηματοδοτείται από ημέρες και ημερομηνίες, μοιάζει συνηθισμένη, ωστόσο γνωρίζουμε ότι λόγω της επιλογής τους, πρέπει να έχουν επηρεάσει τα χρονικά της εποχής μας. Ο Βλάχος δεν είναι ιστορικός, δεν ταξινομεί και δεν ασκεί κριτική, η δουλειά του μοιάζει περισσότερο με εκείνη ενός αρχαιολόγου. Ξεθάβει το παρελθόν, φέρνοντάς το στην επιφάνεια, κάνοντάς το ορατό. Στην τελευταία σελίδα του έντυπου υλικού που συνοδεύει την έκθεση, υπάρχει ένας κατάλογος που συνδέει όλες τις διάφορες κατηγορίες και τους χαρακτήρες στους οποίους αναφέρονται τα έργα που εκτίθενται: από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη μέχρι τον Γιάσερ Αραφάτ και το ξενοδοχείο Χίλτον. Ο κατάλογος είναι τώρα εκεί για να τον δούμε όλοι μας. Στο χέρι μας λοιπόν είναι να κάνουμε τις συνδέσεις.

Battles in a Future Estate: Haifa Street, Ala Younis

Δύο φαινομενικά αντίθετες εικόνες, από τις πολλές που επικαλύπτονται στην έρευνα της Younis: Η ελαιογραφία της Αμερικανοπαλαιστίνιας καλλιτέχνιδας Samia Halaby «Kansas City Studio» (1966) και εικόνες βίντεο από το κατεστραμμένο από τον πόλεμο Κέντρο Τεχνών Σαντάμ και την έκθεσή του το 2003, όπου εκτέθηκαν έργα τέχνης που επέζησαν ή αντανακλούσαν τη λεηλασία του μουσείου, χωρίς ωστόσο να είναι όλα άθικτα. Η πρώτη εικόνα, ένας πίνακας του εργαστηρίου της καλλιτέχνιδος που φιλοξενεί μερικά μοντέλα δίπλα στις απεικονίσεις τους σε ζωγραφικά έργα, σφαίρες και κουτιά που εμφανίζονται σε επανάληψη, ένα κέντρο και ένα σύνολο, κατακερματισμένο, ένας πίνακας που στηρίζει έναν άλλο, δημιουργώντας ένα κλειστό κύκλωμα το οποίο περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του, αναδιπλώνεται, όσο μακριά πάει το μάτι του θεατή. Το επόμενο, μια κακής ποιότητας ψηφιακή εικόνα από μια καταγραφή, video-still, με ιρακινά μοντερνιστικά γλυπτά σκορπισμένα πάνω σε ένα μακρύ λεπτό λευκό ύφασμα στο πάτωμα ενός κατεστραμμένου μουσείου ανάμεσα σε συντρίμμια. Φανταστείτε αυτές τις δύο εικόνες: και οι δύο μιλούν για διαφορετικές μορφές κατάρρευσης – η μία φανταστική, η άλλη πολύ πραγματική – μια κατάρρευση οπτικών, μοντερνισμού, ιστορίας και των πολλαπλών διαστάσεων που βρίσκονται στο ενδιάμεσο.

Αυτές οι εικόνες, ανάμεσα σε μια εξαντλητικής συλλογής πολλών άλλων, αποτελούν κρίσιμα στοιχεία του εν εξελίξει έργου της Ala Younis Battles in a Future Estate: Haifa Street. Μέσω της μακροχρόνιας σχολαστικής έρευνάς της, έχει συγκεντρώσει έναν εγκυκλοπαιδικό αριθμό αναφορών, αρχιτεκτονικών σχεδίων, φωτογραφικών τεκμηρίων, κειμένων και βίντεο, μέσα από τα οποία ξεδιπλώνονται τέσσερις ιστορικά συνεπακόλουθες δεκαετίες του πολεοδομικού και αρχιτεκτονικού σχεδίου της οδού Χάιφα στο κέντρο της Βαγδάτης. Αυτές οι τέσσερις δεκαετίες λειτουργούν ως παλίμψηστο για μια ευρύτερη αφήγηση, όπου η οδός Χάιφα γίνεται ο πυρήνας για την εκδίπλωση πολλών κεφαλαίων της σύγχρονης αραβικής ιστορίας και των αλυσιδωτών αντιδράσεων που έφερε σε όλο τον κόσμο. Η Younis επιμένει να ενσωματώνει έναν μέγιστο αριθμό απόψεων, με πολλαπλούς πρωταγωνιστές και ιστορίες, αποφεύγοντας μια κυρίαρχη πλοκή, αναγνωρίζοντας ωστόσο τη συντριπτική ισχύ των ηγεμονικών αφηγήσεων.

Στην, ιατροδικαστικής υφής, έρευνα της Younis, οι αλληλένδετες συνθήκες που προκάλεσαν τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της οδού Χάιφα -όπου διασταυρώνονται η πετρελαϊκή πολιτική, ο πόλεμος του Ιράκ (σαφή σημεία καμπής στην ιστορία της), ο εθνικισμός και ο διεθνισμός- αντανακλώνται στα φιλόδοξα αρχιτεκτονικά και πολεοδομικά σχέδια της πόλης, στην κατασκευή της, στην αλλαγή χρήσης της κατά τη διάρκεια των δεκαετιών και στην επιβίωσή της.

«Γιατί ένα τέτοιο δάσος από τσιμεντένιους τοίχους;» αναρωτήθηκε ο Σαντάμ Χουσεΐν σε μια από τις επισκέψεις του στην οδό Χάιφα, ενώ βρισκόταν υπό κατασκευή στις αρχές της δεκαετίας του 1980.[4] Πράγματι, μόνο μετά την ανάληψη της προεδρίας του το 1979, πυροδοτήθηκε το μεγαλύτερο πολεοδομικό έργο στην οδό Χάιφα, μια από τις κεντρικές αρτηρίες της πόλης της Βαγδάτης,. Το σχέδιο περιελάμβανε την κατασκευή οκτώ πολυώροφων κτιρίων μεγάλης κλίμακας, το καθένα από τα οποία επρόκειτο να πραγματοποιηθεί από διεθνείς αρχιτεκτονικές και κατασκευαστικές εταιρείες, με μακροπρόθεσμο στόχο τη φιλοξενία μιας συνόδου κορυφής του Κινήματος των Αδεσμεύτων (ΝΑΜ) στη Βαγδάτη. Η κατασκευή αυτών των συγκροτημάτων πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου Ιράν-Ιράκ, συνοδευόμενη από το κυβερνητικό σύνθημα: «Το ένα χέρι χτίζει, το άλλο μάχεται». Είναι αυτοί οι τσιμεντένιοι τοίχοι – οι ίδιοι για τους οποίους μίλησε ο Χουσεΐν – η φυσική υπόσταση των υλικών κατασκευής, τα εξαρτήματα και τα αρχιτεκτονικά στοιχεία, τα οποία η Younis προβάλλει στην τρέχουσα έκθεση.

Κάθε αρχιτεκτονική δομή και υλικό σχεδιασμού αντικατοπτρίζει ευρύτερες ιστορικές αφηγήσεις: από τις διεθνείς αρχιτεκτονικές εταιρείες μέχρι τα σχέδια που έχουν τεθεί σε εφαρμογή για τη συντήρηση αυτών των κτιρίων, ώστε να διασφαλιστεί η ανακύκλωση των υλικών όταν χρειάζεται, όπως στην εποχή των κυρώσεων τη δεκαετία του 1990, από την δομή του μουσείου που επηρεάστηκε από τον πόλεμο μέχρι το κόστος της ανακαίνισης των οικιακών διαμερισμάτων για ενοικίαση σε μια μεταπολεμική ιρακινή οικονομία. Η Younis μιλώντας σε μια βίντεο-διάλεξη (βασικό στοιχείο της παραγωγής της για την οδό Χάιφα), αποκαλύπτει πώς μια κιονοστοιχία που σχεδιάστηκε για να προσφέρει σκιά και συνέδεε οπτικά το πολυμερές έργο κατά μήκος του δρόμου, χρησιμοποιήθηκε αργότερα κατά τη διάρκεια των μαχών της οδού Χάιφα μεταξύ των ιρακινών πολιτοφυλακών και του αμερικανικού στρατού (2006-2008), για να βρουν καταφύγιο από τις σφαίρες. Ψάχνοντας στους τοίχους που δεν έχουν αποψιλωθεί από τον πόλεμο, η Younis εμβαθύνει περισσότερο στις αρχιτεκτονικές και κατασκευαστικές λεπτομέρειες (όπως σωληνώσεις, πρίζες, υδραυλικά, μονωτικά υλικά), ζουμάροντας πιο κοντά από όσο μπορεί να δει το μάτι. Το δανείζεται αυτό από τον τρόπο που βλέπουμε στα παιχνίδια εικονικής πραγματικότητας, όπου η όραση αναζητά αέναα ένα σημείο φυγής. Η λεπτομέρεια μπορεί να μεταμορφωθεί στην απεραντοσύνη της αφαίρεσης, η στιγμή και το άπειρο αλληλοδιαπλέκονται, δημιουργώντας συσχετισμούς, αφηγούμενα μια πιο σύνθετη ιστορία.

Αυτή η ατελείωτη εικονοποιία και η αντίσταση στις παγίδες των αντιλήψεων που, όπως υποστηρίζει η Younis, «προδίδουν την πραγματικότητα», εμφανίζεται σε μια σειρά υφασμάτων που παρήχθησαν για την έκθεση στην Αθήνα. Κάθε κομμάτι ύφασμα είναι εμβληματικό μιας συγκεκριμένης φάσης της οδού Χάιφα, έχοντας υφανθεί με πολυεπίπεδες εικόνες μέσα σε εικόνες, με διαστρωματώσεις μυριάδων πηγών, σε σημείο όπου η επίπεδη φύση του υλικού διασταυρώνεται με το βάθος των αναφορών και τις πολλαπλές οπτικές γωνίες της έρευνας της Younis. Σε ένα από τα υφάσματα, περικομμένες εικόνες εμφανίζονται σαν κρεμασμένες σε μουσειακή έκθεση, η καθεμία από τις οποίες δείχνει ένα θραύσμα της ιστορίας του Κέντρου Τεχνών Σαντάμ. Εμπνευσμένο από έναν πίνακα που παρήχθη για να αναπαραστήσει μια από τις δεξιώσεις των εγκαινίων του το 1986 με τον Σαντάμ Χουσεΐν και τη γυναίκα διευθύντρια του Κέντρου (η οποία σκοτώθηκε σε αεροπορική επιδρομή των ΗΠΑ στη Βαγδάτη το 1993) και αναρτήθηκε στο μουσείο, το κλωστοϋφαντουργικό προϊόν χρησιμοποιεί τις ιστορικές εικόνες σαν να εκτίθενται ξανά στους τοίχους του μουσείου, μαζί με έργα από τη συλλογή του, για να δημιουργήσει τους άπειρους κύκλους των εικόνων μέσα στις εικόνες. Έτσι δημιουργείται η δραματική εντύπωση πως το ύφασμα φαίνεται να έχει μια εσωτερική δομή μέσα στην δομή του έτσι ώστε ο μουσειακός χώρος ως ένα είδος μοσχεύματος μέσα στο ύφασμα να οδηγεί τελικά πίσω στον εαυτό του. Ο αρχιτεκτονικός χώρος, οι ιστορικές αναφορές, οι αναμνήσεις και ο χρόνος συγκρούονται και πάλι.

Το Battles in a Future Estate αναφέρεται όχι μόνο στις κατασκευαστικές και στρατιωτικές μάχες που έλαβαν χώρα μέσα και ανάμεσα στα κτίρια της οδού Χάιφα, συμπεριλαμβανομένων εικόνων αμερικανών στρατιωτών που εισβάλλουν βάναυσα σε διαμερίσματα πολιτών, αλλά και στη μεταπολεμική μάχη των μέσων ενημέρωσης για το τι ιστορίες λένε αυτές οι εικόνες, ποιος τις λέει και πού μας οδηγούν, αν μας οδηγούν οπουδήποτε – από την οδό Χάιφα στη Βαγδάτη του Ιράκ, και ίσως και στον υπόλοιπο κόσμο.

[1] William Faulkner, Requiem for a Nun (New York: Random House, 1951), 73.

[2] Jacques Derrida, Demeure: Fiction and Testimony, trans. Elizabeth Rottenberg (Stanford, CA: Stanford University Press, 2000), 28.

[3] Anne Carson, Note on Method, In Economy of the Unlost (New Jersey: Princeton University Press, 1999), 4.

[4] Ala Younis, Battles in a Future Estate: Haifa Street, βιντεοδιάλεξη, 2018.

Ευχαριστίες:

Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε ιδιαιτέρως τη Διεθνή Αμνηστία – Ελληνικό Τμήμα και τους Φίλους του TAVROS για την υποστήριξή τους